Ο ΛΥΣΙΠΠΟΣ ΕΝΑΣ ΠΕΡΙΦΗΜΟΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ
Συγγραφέας :Μαρία Γαβριήλ
AΣΚΤ,Τμήμα : Η Τέχνη των Τρισδιάστατων Απεικονίσεων και Εκτυπώσεων/ Γλυπτική και Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές/ The Art of Three Dimensional Imaging and Printing / Sculpture and Computers
Email:mariagavriil@hotmail.gr/marigavr@asfa.gr
Συνδεσμος πλήρους εργασίας: http://www.sculpture.asfa.gr/Lysippos_Gavril.html
Ο Λύσιππος ,γεννήθηκε στη Σικυώνα γύρω στο 390 π.X. και πέθανε εκεί, εξήντα περίπου χρόνια μετά. Εργάτης του χαλκού στα νεανικά του χρόνια, υπήρξε αυτοδίδακτος στη τέχνη της γλυπτικής [1] κι αργότερα ηγήθηκε της Σχολής του Άργους και της Σικυώνας και έγινε ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου. γύρω στο 390 π.X. Ιδιοφυής, μεγάλος, πρωτοπόρος. Όπως και να τον χαρακτηρίσει κανείς, ο Λύσιππος από τη Σικυώνα , είναι ο καλλιτέχνης που άλλαξε τους κανόνες, ο γλύπτης που κατέκτησε την τρίτη διάσταση του χώρου. Κατατάσσεται από τους αρχαίους συγγραφείς ως ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες του 4ου αιώνα π.Χ. , μαζί με τον Φειδία, τον Μύρωνα, τον Πολύκλειτο, τον Πραξιτέλη και τον Σκόπα. [2] Γνώρισε μακρά σταδιοδρομία ,από τη δεκαετία του 360 έως και την τελευταία δεκαετία του αιώνα .Από πολλούς ιστορικούς κατατάσσεται στην ύστερη Κλασική περίοδο , όμως είναι ορθότερο να μελετηθεί ως «εισαγωγή» στην πλαστική της ελληνιστικής περιόδου . [3]
Ο Λύσιππος, ως γλύπτης, στέκεται μεταξύ δύο εποχών, της κλασικής ελληνικής και της ελληνιστικής, υπήρξε ο παραγωγικότερος από όλους τους αρχαίους γλύπτες και σύμφωνα με τον Πλίνιο, δημιούργησε περισσότερα από 1500 έργα. Από τα εργαστήριά του βγήκαν στο μπρούντζο, (που ήταν το αγαπημένο υλικό του καλλιτέχνη), αγάλματα θεών, βασιλέων, ηρώων, αθλητών και άλλων θνητών και ποικίλα συμπλέγματα διαφόρων μορφών, καθώς και προσωπογραφίες, όπως αυτές του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή ανθρώπων του περιβάλλοντός του.
Ως επικεφαλής ενός μεγάλου εργαστηρίου, οι μαθητές του μιμήθηκαν εξαιρετικά πιστά το ύφος του, τόσο ώστε τα έργα τους να μην διακρίνονται από αυτά του δασκάλου τους. [4]
Το έργο του Λυσίππου, που καλύπτει ολόκληρο τον 4ο αιώνα π.Χ. , άσκησε ίσως τη μεγαλύτερη επίδραση σ’ ολόκληρη την ελληνιστική γλυπτική παραγωγή. Εκτός από την Σικυώνα, τον τόπο που γεννήθηκε κι εργάστηκε κατά κύριο λόγο, μεγαλούργησε και σ’ άλλες μεγάλες πόλεις της αρχαιότητας, όπως Κόρινθο, Ίσθμια, Άργος, Ολυμπία, Αθήνα, Δελφούς, Σπάρτη, Μακεδονία και Λήμνο. Οι μορφές του ολοκληρώνουν τα επιτεύγματα του Σκόπα κι απλώνονται στις τρεις διαστάσεις, προσφέροντας στο θεατή περισσότερες αισθητικά άρτιες όψεις. Είναι ψηλόλιγνες, εύκαμπτες, μυώδεις και με σχετικά μικρό κεφάλι. Στη διάρκεια των πρώτων χρόνων της δημιουργίας του, ασχολήθηκε με την παραγωγή αγαλμάτων αθλητών, θεοτήτων και ηρώων, σύμφωνα με τα πρότυπα του Πολυκλείτου. Στην πορεία όμως ο ίδιος επέφερε στυλιστικές και μορφολογικές αλλαγές, οι σημαντικότερες από τις οποίες μπορούν να συνοψιστούν στις εξής: [5]
i.
τα κεφάλια των αγαλμάτων του, όπως εξάλλου παρατηρεί και ο Πλίνιος, είναι μικρότερα από ότι στην κλασική ελληνική πλαστική (περίπου το ένα όγδοο του ύψους του σώματος αντί για το προηγούμενο ένα έβδομο).
ii.
το σώμα συστρέφεται με τέτοιο τρόπο που αναγκάζει το θεατή να προσαρμοστεί στο χώρο του αγάλματος, αφού δεν μπορεί πλέον να έχει την πλήρη εποπτεία του από ένα και μόνο σημείο.
iii.
τα πόδια και τα χέρια προεκτείνονται έξω από τον παραδοσιακό κλειστό χώρο εισδύοντας σε εκείνον του θεατή.
[1] Περί Τέχνης ο Λόγος , «Λύσιππος : Ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου 390-330 π.Χ »,09.09.2014
Βικιπαίδεια, «Λύσιππος»,διαθέσιμο από: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CF%8D%CF%83%CE%B9%CF%80%CF%80%CE%BF%CF%82
[2] Aλέξης Ηλιάδης , « οΛύσιππος και το ελληνιστικό μπαρόκ» ,Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων,19.11.2018 https://www.amna.gr/freepress/article/311298/O-Lusippos-kai-to-ellinistiko-mparok
[3] Δημήτρης Πλάντζος , Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200-30 π.Χ, εκδ. Καπόν, Αθήνα ,2016(2011)
[4] Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
[5] Περί Τέχνης ο Λόγος , «Λύσιππος : Ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου 390-330 π.Χ »,09.09.2014
Παράλληλα, πολλοί μελετητές συμφωνούν στην άποψη ότι η επιτηδευμένη θεατρικότητα που φαίνεται στα έργα του Λυσίππου, όπου «συνυπάρχουν το στιγμιαίο της δράσης και η έκφραση του συναισθηματικού κόσμου μαζί με την καμπύλη και την ευθεία, το φως και τη σκιά», εξυπηρετούσε την πρόθεση του καλλιτέχνη να προκαλέσει έκπληξη στους θεατές του. Το αποτέλεσμα αυτό σε γενικές γραμμές επιτεύχθηκε με επεμβάσεις στην κλίμακα των μορφών και με μία "εξπρεσιονιστική"[6]απόδοση του συναισθηματισμού τους. Η ιδιαίτερη ικανότητα του Λύσιππου στο χειρισμό της κλίμακας επανάφερε την τέχνη αυτή στη μόδα της εποχής.
Γεγονός, αναντίρρητο, είναι ότι ο Λύσιππος για ένα μεγάλο διάστημα έζησε και δημιούργησε στην αυλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπου και γνωρίστηκε με τον Αριστοτέλη. Τον Αλέξανδρο τον ακολούθησε και στη μεγάλη εκστρατεία, γιατί με ειδικό διάταγμα είχε ορισθεί ο μόνος και αποκλειστικός προσωπογράφος -ανδριαντοποιός του Στρατηλάτη, «...όσπερ καί 'Αλέξανδρον μόνος προκριθείς έποίει» λέει χαρακτηριστικά ο Αρριανός. (Αρρ. Αναβ. Α. 16,4) [7]
Η αντικειμενικότητα και κατά συνέπεια, η αυθεντικότητα του έργου του Λυσίππου όσον αφορά στην πιστή ή όχι απόδοση των χαρακτηριστικών του προσώπου και της κεφαλής του Μ. Αλεξάνδρου δεν μπορούν βασίμως να αμφισβητηθούν. Στο Λύσιππο προσάπτουν συνήθως ότι εξιδανίκευσε και θεοποίησε τη μορφή του Αλεξάνδρου [8],τον οποίο θέλησε να παρουσιάσει ως έχοντα θεϊκές ιδιότητες .Πρόκειται για κρίσεις και συμπεράσματα αυθαίρετα που διαψεύδονται από την εκτίμηση άλλων επιφανών συγγραφέων σύμφωνα με την οποία η αναπαράσταση του Λυσίππου στα αγάλματα βρίσκεται κοντά στην πραγματική μορφή του Μακεδόνα βασιλιά ,το παρουσιαστικό του οποίου εξέφραζε εξυπνάδα, θέληση ,αποφασιστικότητα.
Αρχαίοι συγγραφείς μας πληροφορούν ότι στ’ αγάλματα του Αλεξάνδρου η κεφαλή του είχε μια κίνηση προς τα πάνω, ο λαιμός τους μια ελαφριά στροφή προς τα αριστερά, τα μάτια του ακτινοβολούσαν ένα τρυφερό και συνάμα παθιασμένο “υγρό” βλέμμα, ενώ η όλη εικόνα του εξέπεμπε αρρενωπότητα και διακρινόταν από λεοντώδη χαρακτηριστικά. [9] Τα τελευταία εξωτερικεύονταν κυρίως με τα πλούσια μαλλιά που χωρίζονταν στη μέση πάνω από το μέτωπο, θυμίζοντας χαίτη λιονταριού. Μοιάζανε πράγματι με λιονταρίσια χαίτη γιατί οι διατεταγμένοι σε δυο σειρές βόστρυχοί τους ήταν φλογόσχημοι κι ορθώνονταν στο κεντρικό τμήμα του μετώπου πέφτοντας προς τους κροτάφους.
Σε μαρτυρία του Πλουτάρχου αναφέρεται πως ο Αλέξανδρος αξίωνε να φιλοτεχνεί με τη σμίλη του τα αγάλματά του ,μόνο αυτός ο περιβόητος γλύπτης της εποχής .Επιπρόσθετα , αναφέρει ο ιστορικός ,ο Λύσιππος ήταν ο πρώτος που τον έπλασε μ’ αυτή την περίεργη στάση του κεφαλιού, επιτυγχάνοντας συγχρόνως να δώσει στη μορφή του τον πραγματικό χαρακτήρα και την αρετή του. [10]
Οι άλλοι καλλιτέχνες παρ’ ότι εμιμούντο τη χαρακτηριστική κλίση του κεφαλιού, δεν κατόρθωναν να αποδώσουν την αρρενωπή και αρχηγική εμφάνισή του. Εμφάνιση , που ήθελε όχι μόνον ο ίδιος, αλλά και το περιβάλλον του, το οποίο έπλαθε την αντίστοιχη εικόνα του μεγάλου στρατηλάτη και κοσμοκράτορα. Πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί μέχρι σήμερα για την περίεργη αυτή στάση του κεφαλιού του Αλεξάνδρου, προσπαθώντας να ερμηνεύσουν τα αίτιά της[11] .
Ο Λύσιππος επελέγη λοιπόν για τη κατασκευή του επίσημου πορτραίτου του, δηλαδή την εικόνα που ήθελε να προβάλλει στους υπηκόους του, «γιατί μόνον αυτός κατάφερνε κι αποτύπωνε στον χαλκό το ήθος του, δηλαδή την προσωπικότητά του κι αποκάλυπτε μαζί με τη μορφή και την αρετή του».
Ένα άλλο βασικό γνώρισμα των πορτραίτων του Αλεξάνδρου ήταν το ξυρισμένο πρόσωπο. Είναι αξιοσημείωτο ότι είναι ένας από τους πρώτους διάσημους θνητούς που απεικονίστηκε στη μεγάλη πλαστική της ελληνικής αρχαιότητας χωρίς γένια, κάτι που σαφώς υποδήλωνε τη φυσική ομορφιά και τη νεότητά του, ενώ σε παλιότερες εποχές το ξυρισμένο πρόσωπο ήταν συνήθως σημάδι δειλίας και θηλυπρέπειας.
Κανένα από τα αγάλματα του Αλεξάνδρου που είχε φιλοτεχνήσει ο Λύσιππος, δεν έχει διασωθεί, ωστόσο γνωρίζουμε ορισμένα μεταγενέστερα, που άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο μας δίνουνε κάτι απ’ αυτά τα έργα. Το πιο ονομαστό απ’ αυτά, που συμβαίνει μάλιστα να είναι και το μόνο του οποίου η ταύτιση ως πορτραίτο του Αλεξάνδρου επιβεβαιώνεται από την επιγραφή που φέρει, δυστυχώς δε μας διασώζεται σε καλή κατάσταση κι επιπλέον φέρει πολλές συμπληρώσεις. Πρόκειται για μια μαρμάρινη ερμαϊκή στήλη του 2ου αι. μ.X. που βρέθηκε στα περίχωρα της Ρώμης και βρίσκεται σήμερα στον Λούβρο. Είναι γνωστή στους ειδικούς ως Στήλη Azara από τ’ όνομα ενός Ισπανού διπλωμάτη που την είχε κάποτε στη κατοχή του. [12]
[6] Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
[7] Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
[8] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
[9] Μιχ.Α.Τιβέριος καθ.Κλασ.Αρχ.Α.Π.Θ, «Τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του Αλεξάνδρου»,εκδ.Το βήμα ,Αθήνα ,24-11-2008
[10] Περί γραφής ,«Γλυπτική-Λύσιππος »,διαθέσιμο από: http://www.peri-grafis.net/ergo.php?id=1031
[11] Περί Τέχνης ο Λόγος , «Λύσιππος : Ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου 390-330 π.Χ »,09.09.2014
[12] Περί Τέχνης ο Λόγος ,ο.π., 09.09.2014
Τ’ αγάλματα του Αλεξάνδρου που έπλασε ο Λύσιππος επηρέασαν αποφασιστικά τις επίσημες απεικονίσεις των διαδόχων του κι ως ένα βαθμό χρησίμευσαν ως πρότυπό τους. Σε πολλές περιπτώσεις οι ελληνιστικοί ηγεμόνες κι αργότερα Ρωμαίοι αυτοκράτορες και στρατηγοί μιμήθηκαν γνωρίσματα των επίσημων αυτών απεικονίσεών του. [13]
Την πιο λεπτομερή μαρτυρία για τη ζωή και το έργο του Λυσίππου την έχουμε από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο (Naturalis historia 34.61-65) ο οποίος αναφέρει, μεταξύ άλλων, για τον Σικυώνιο γλύπτη: «συνέβαλε πολύ στην εξέλιξη της γλυπτικής, αποδίδοντας πιστά τα μαλλιά, κάνοντας τα κεφάλια πιο μικρά από ότι οι παλιοί, τα σώματα πιο λεπτά και πιο στεγνά, ώστε τα αγάλματα του να φαίνονται περισσότερο ραδινά.»
Ο Λύσιππος ήταν γνωστός για τον ρεαλισμό του : λέγεται ότι μόνος του δάσκαλος ήταν η φύση. [14]
Δεν υπάρχει λατινική λέξη για τη συμμετρία, την οποία ακολούθησε με μεγάλη επιμέλεια, αντικαθιστώντας με ένα εντελώς καινούργιο σύστημα αναλογιών το «τετράγωνο» στήσιμο των παλιότερων έργων. Συνήθιζε να λέει ότι εκείνοι (οι παλιοί) παρίσταναν τους ανθρώπους όπως είναι, ενώ ο ίδιος όπως φαίνονται». [15]
Με τον Λύσιππο ξεκινά το ελληνιστικό «μπαρόκ», σύμφωνα με τον Ιταλό καθηγητή αρχαιολογίας και ιστορίας της ελληνικής και ρωμαϊκής τέχνης Paolo Moreno, ειδικό στα θέματα του έργου του Σικυώνιου γλύπτη. Σε κείμενό του με τίτλο «Τόποι του Λυσίππου» 16] ο Paolo Moreno αναφέρει: «Οι ακτές της Ακαρνανίας ήταν ο τελευταίος σταθμός του στην πορεία προς τη Δύση και εκεί κάτοικοι του Τάραντα, που είχαν στενές επαφές με τη γειτονική Ήπειρο, πλησίασαν τον Λύσιππο και του πρότειναν να δημιουργήσει στην πόλη τους αγάλματα πρωτοφανούς μεγέθους. Στον Τάραντα, οι κολοσσοί του Δία και του Ηρακλή είναι τα τελευταία έργα του Λυσίππου και συγχρόνως η αρχή του ελληνιστικού μπαρόκ που θα διαδοθεί στην Ανατολή από τους μαθητές του. Ο Χάρης ο Λίνδιος ,μαθητής του Λυσίππου ,θα «επαναλάβει» τον Δία στον Κολοσσό της Ρόδου, και ο Ευτυχίδης επίσης μαθητής του θα δημιουργήσει την Τύχη της Αντιόχειας στις διαστάσεις του Σκεπτόμενου Ηρακλή». 117]
Τον όρο «μπαρόκ» χρησιμοποίησαν μελετητές για να περιγράψουν μια τάση της ελληνιστικής τέχνης, θεωρώντας ότι η τάση αυτή έχει ομοιότητες με το ευρωπαϊκό μπαρόκ του 17ου και των αρχών του 18ου αιώνα. Πρόσθεσαν επίσης τους όρους «ροκοκό» και «ρεαλισμός»118] και μίλησαν για ελληνιστικό «ροκοκό» και για ελληνιστικό «ρεαλισμό». Κύρια χαρακτηριστικά του ελληνιστικού «μπαρόκ» είναι οι μνημειώδεις διαστάσεις, η θεατρικότητα, ο υπερβολικά δραματικός τόνος, το υπερβολικό πάθος (συναίσθημα) και η κίνηση.
Τα πιο γνωστά δείγματα ελληνιστικού «μπαρόκ» είναι η «Γιγαντομαχία» του Βωμού της Περγάμου (το «μπαρόκ» ταυτίστηκε με το ύφος της Σχολής της Περγάμου), το σύμπλεγμα «Ο Γαλάτης και η γυναίκα του», η «Νίκη της Σαμοθράκης» και το σύμπλεγμα του Λαοκόοντα , που άσκησαν τεράστια επίδραση στη Δυτική τέχνη και τα Αναγεννησιακά χρόνια .
Αγάλματα με κολοσσιαίο μέγεθος φιλοτέχνησε και ο Φειδίας, όμως θεωρείται ότι ο Λύσιππος και οι μαθητές του ώθησαν πραγματικά στη δημιουργία κολοσσιαίων έργων. Τα νέα στοιχεία που εισήγαγε ο Σικυώνιος γλύπτης, η κατάκτηση της τρίτης διάστασης με τον «Αποξυόμενο», 119] η μεταβολή των αναλογιών του σώματος με την αλλαγή των κανόνων που ίσχυαν έως τότε , άνοιξαν πολλούς δρόμους για τους καλλιτέχνες. Η τέχνη του χρυσού αιώνα έχει δώσει αριστουργήματα όμως και η τέχνη της ελληνιστικής εποχής (323-31 π.Χ.) περιλαμβάνει πολλά έργα υψηλής ποιότητας.
Η ειρωνεία είναι, ότι παρά το τεράστιο έργο του, σπάνια μνημονεύθηκε από τους συγχρόνους του. Ίσως γιατί με τις καινοτομίες και τους νεωτερισμούς που εισήγαγε ,άλλαξε την τέχνη, και με το νέο σύστημα των αναλογιών που επινόησε, έσπασε τους κανόνες των προκατόχων του, έδωσε ελαφρότητα και ευκινησία στο ανθρώπινο σώμα, δημιούργησε νέο σταθμό στη γλυπτική και, ως επακόλουθο, ήρθε σε σύγκρουση με το καλλιτεχνικό κατεστημένο της εποχής του. Γι' αυτό και αγνοήθηκε, όπως άλλωστε κατά κανόνα συμβαίνει με τους πρωτοπόρους [20]
[13] Περί Τέχνης ο Λόγος , «Λύσιππος : Ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου 390-330 π.Χ »,09.09.2014
[14] H.W.Janson A.Janson, Ιστορία της Τέχνης ,Η δυτική παράδοση, μτφρ. Μ. Αντωνοπούλου Ν. Κουβαράκου, εκδ.Έλλην , Αθήνα , 2011 (2004)
[15] Aλέξης Ηλιάδης , « ο Λύσιππος και το ελληνιστικό μπαρόκ» ,Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων,19.11.2018
. 116] Aλέξης Ηλιάδης ,ο.π., 19.11.2018
117] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
118] Aλέξης Ηλιάδης , « ο Λύσιππος και το ελληνιστικό μπαρόκ» ,Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων,19.11.2018 –John Boardman, Η Αρχαιολογία της Νοσταλγίας , μτφρ.Β.Δημητρίου, εκδ. Πατάκη ,Αθήνα 2007 (2004)
119] Aλέξης Ηλιάδης,ο.π., 19.11.2018
[20] Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011.
Στα πιο φημισμένα έργα του Λυσίππου ανήκει ο Αποξυόμενος, ένα ορειχάλκινο γλυπτό του 330 π.Χ, που συνδέεται με σωζόμενο ρωμαϊκό μαρμάρινο αντίγραφο στο μουσείο Pio-Clementino του Βατικανού. Θεωρείται πως ενσωματώνει κυρίαρχα στοιχεία της τεχνοτροπίας του, όπως το μικρό κεφάλι, το λεπτό σώμα, τα μακριά πόδια και την προσεγμένη απόδοση των μαλλιών του γλυπτού.
Σύμφωνα με χαρακτηριστική αναφορά του Πλίνιου, ο αυτοκράτορας Τιβέριος ήταν τόσο ενθουσιασμένος από το γλυπτό, ώστε το μετέφερε από τις Θέρμες του Αγρίππα, στο παλάτι του, για να επιστραφεί στην αρχική του θέση αργότερα, κατόπιν λαϊκής απαίτησης. [21]
Όπως και οι προκάτοχοί του που έζησαν τον 5ο αιώνα ,έτσι και ο Λύσιππος ενδιαφέρθηκε για τη φυσιοκρατική απόδοση της ανθρώπινης μορφής .Στο έργο του « ο Αποξυόμενος »,αναθεωρείται ο κανόνας του Πολυκλείτου και εμφανίζεται ένα νέο σύστημα αναλογιών για το ανθρώπινο σώμα . [22]
Αν και η γλυπτική είναι τέχνη των τριών διαστάσεων ,μια τέτοια χειρονομία ήταν αδιανόητη ακόμα και για τους συγχρόνους του Λυσίππου. Αλλά με αυτήν ακριβώς ,η πλαστική κατακτά για πρώτη φορά με αποφασιστικό τρόπο την τρίτη διάσταση του χώρου.
Σε αυτό το έργο συνυπάρχουν τρείς από τους βασικούς νεωτερισμούς που εισήγαγε ο Λύσιππος στην αρχαία ελληνική γλυπτική : οι λεπτότερες και ψηλότερες μορφές ,το στιγμιαίο της δράσης και η έκφραση του συναισθηματικού κόσμου .Στο πρόσωπό του ,διαγράφεται μια ελαφρά μελαγχολική διάθεση και σχεδόν νοσταλγική έκφραση . [23] Το γλυπτό εικονίζει νεαρό αθλητή να αφαιρεί με τη βοήθεια της στλέγγιδος τον ιδρώτα και την άμμο που έχουν κολλήσει στο αλειμμένο με λάδι κορμί του, μετά από άσκηση στην παλαίστρα. Ο αθλητής προβάλλοντας το δεξί του χέρι προς τα εμπρός, συστρέφει έντονα το κορμίτου προς την ίδια κατεύθυνση.Η μορφή έτσι δίνει την εντύπωση πως στηρίζεται στο άνετο δεξί σκέλος και όχι πλέον στο στηρίζον αριστερό, ανατρέποντας τον κανόνα του κλασικού χιασμού. Αν και ο νέος εικονίζεται σε στάση , η σύνθεση της μορφής αποπνέει έντονη την αίσθηση της στιγμιαίας κίνησης και της αστάθειας .Το γλυπτό καθίσταται πλέον περίοπτο ,μπορεί δηλαδή να ειδωθεί από πολλές πλευρές και όχι μόνο από την κύρια όψη του. Ταυτόχρονα, όπως μπορεί να παρατηρήσει κανείς ,συγκρίνοντας τον Αποξυόμενο με τα έργα του Πολυκλείτου, από τον 5ο αιώνα οι αναλογίες του ανδρικού σώματος έχουν αλλάξει αισθητά : το κεφάλι είναι μικρότερο ,τα μέλη μακρύτερα το σώμα ψιλόλιγνο και ρευστό ,σε αντίθεση με το βαρύτερο «σώμα του δορυφόρου» του Πολυκλείτου .Τα μάτια αποδίδονται μικρότερα και χωμένα σε βαθύτερες κόγχες ,γεγονός που εντείνει τη δραματική φωτοσκίαση και την ένταση της μορφής.
Ο Ηρακλής του Φαρνέζε
Ο Ηρακλής του Farnese κατασκευάστηκε πρώτη φορά σε χαλκό από τον γλύπτη Λύσιππο. Το γλυπτό που υπάρχει σήμερα είναι ρωμαϊκό αντίγραφο κατασκευασμένο σε μάρμαρο από τον γλύπτη Γλύκωνα (320π.Χ. ,ύψους 3.17 μέτρων). [24]
Το γλυπτό πήρε το όνομα Ηρακλής του Farnese γιατί μετά την ανακάλυψή του το 1540 στα Λουτρά του Caracalla στη Ρώμη, τοποθετήθηκε στον κήπο του ανακτόρου Farnese στη Ρώμη.
Ο καρδινάλιος Φαρνέζε ήταν εγγονός του πάπα Παύλου Γ’ και διέθετε την εντυπωσιακότερη συλλογή αρχαίων αντικειμένων που είχε αποθηκεύσει στο δωμάτιο του στο παλάτι Φαρνέζε στη Ρώμη. Το άγαλμα παρέμεινε στη Ρώμη επί δύο αιώνες και όταν ο Γερμανός σκιτσογράφος Hendrik Goltzius είδε το άγαλμα από κοντά το 1590 εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που δημιούργησε μια γκραβούρα με τη μορφή του αγάλματος στο προαύλιο του παλατιού. [25]
Το 1757 μεταφέρθηκε στη Νάπολη και σήμερα εκτίθεται στο αρχαιολογικό μουσείο της πόλης. Γύψινο αντίγραφο του Ηρακλή του Farnese ανήκει από το 1850 (περίπου) στο Ε.Μ. Πολυτεχνείο. (Το γύψινο αντίγραφο εξετίθετο για πολλά έτη σε ημιυπαίθριο χώρο, στο περιστύλιο του αίθριου του κτηρίου Αβέρωφ.) [26]
Ρωμαϊκά αντίγραφα του αγάλματος του Ηρακλή φιλοξενούνται σε διάφορα μουσεία του κόσμου.
[21] Αρχαιογνώμων,«Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011.
[22] Δημήτρης Πλάντζος , Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200-30 π.Χ, εκδ. Καπόν, Αθήνα,2016(2011)
[23] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
[24] Αιμ.Κορωναίος Καθ. Ε.Μ.Π-Γ.Φ.Σαργέντης ΥΠ.ΔΡ.Ε.Μ.Π.,Ηρακλής του FARNESE,επιμ. Γ.Φ.Σαργέντης ΥΠ.ΔΡ., εκδ.Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Αθήνα, Ιούνιος 2005
[25] Η Μηχανή του Χρόνου ,« Ο Ηρακλής του Φαρνέζε», https://www.mixanitouxronou.gr/o-koyrasmenos-iraklis-poy-krata-me-to-dexi-cheri-ta-chrysa-mila-ton-esperidon-to-spoydaio-ergo-toy-glypti-toy-megaloy-alexandroy-ti-leei-o-mythos/
[26] Αιμ.Κορωναίος Καθ. Ε.Μ.Π-Γ.Φ.Σαργέντης ΥΠ.ΔΡ.Ε.Μ.Π.,Ηρακλής του FARNESE,επιμ. Γ.Φ.Σαργέντης ΥΠ.ΔΡ., εκδ.Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Αθήνα, Ιούνιος 2005
Η μελαγχολική και κουρασμένη μορφή του πιο φημισμένου Λυσίππειου Ηρακλή ,γνωστού ως Αναπαυόμενου Ηρακλή ,ή ως Ηρακλή του Farneze, του οποίου το όνομα σημαίνει « η δόξα της Ήρας » επειδή οι άθλοι του θα χρησίμευαν στην εξύμνηση της Θεάς , [27] δημιουργήθηκε μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο πρωτότυπος αγαλμάτινος τύπος φτιαγμένος για τη Σικυώνα ή την Αθήνα χρονολογείται γύρω στο 320 π.Χ, όταν δηλαδή ο Λύσιππος θα ήταν περίπου 70 ετών. [28]
Από την κύρια όψη, ο ήρωας φαίνεται να γέρνει στη λεοντή και στο ρόπαλο αποκαμωμένος .Στο άλλο χέρι ,κρατάει τα μήλα των Εσπερίδων. Η λεοντή και το ρόπαλο παραπέμπουν στον πρώτο από τους άθλους του Ηρακλή , που ήταν να παλέψει και να σκοτώσει το λιοντάρι της Νεμέας όταν ο Ευρυσθέας (βασιλιάς της Τύρινθας και των Μηκυνών) του επέβαλλε τους 12 άθλους .Αντίστοιχα ,τα μήλα παραπέμπουν στον τελευταίο του άθλο. [29]
Στο πρόσωπό του, διακρίνουμε διάχυτα τα πικρά συναισθήματα που συνοδεύουν την περάτωση ενός μεγάλου έργου .Ο «κουρασμένος» ήρωας μοιάζει να συλλογίζεται με πικρία « και τι μ’αυτό? Αξίζει άραγε ο τόσος μόχθος ; » φαίνεται να απασχόλησε από νωρίς τον Λύσιππο ώστε να απομυθοποιήσει τον ήρωα και να τον παρουσιάζει ενδεχομένως απογοητευμένο από τη ματαιότητα των άθλων του. [30] Κατά συνέπεια, αποδεικνύεται ο προβληματισμός του δημιουργού για το άπιαστο, φευγαλέο πέρασμα της στιγμής .
Αναμφίβολα , ο Λύσιππος είχε γνωρίσει και ζήσει από κοντά την παροδικότητα των αξιών της εξουσίας των εκάστοτε ισχυρών μέσα στον χρόνο, μια αλήθεια, που ίσως ήθελε να την επισημάνει .Στα έργα της κλασικής γλυπτικής ,όπως του μεγάλου Έλληνα Αθηναίου Φειδία ,ο θεατής κρατιέται σε σχετική απόσταση από αυτά .Τα θαυμάζει δηλαδή καθώς στέκουν εξιδανικευμένα σε απόσταση. Αντίθετα ,τα έργα του Λυσίππου ,υποχρεώνουν το θεατή να τα δεί από όλες τις μεριές και έτσι να τα ανακαλύψει .Είναι σα να θέλει ο « άψυχος » χαλκός ή το «άψυχο» μάρμαρο , να επικοινωνήσουν ,να αφηγηθούν το αρχέτυπο μήνυμα που τους εμφύσησε ο δημιουργός τους.
Τρία από τα αντίγραφα που διασώζονται μέχρι σήμερα είναι : του Γλύκωνα του Αθηναίου ,που ήταν στημένο στα λουτρά του Καρακάλλα στη Ρώμη και έχει ύψος τρία μέτρα ,της Galleria Spada στη Ρώμη ρωμαϊκό αντίγραφο καθώς και το μικρό χάλκινο αγαλματίδιο ύψους μόλις τριάντα έξι εκατοστών ,που βρίσκεται στο Λούβρο,το οποίο κατά τον καθηγητή Μoreno,πιθανόν να προήλθε από το ίδιο το εργαστήρι του γλύπτη.
Με τον Λύσιππο, έχει σχετιστεί και ο ανδριάντας του Αγία στους Δελφούς .Το μαρμάρινο γλυπτό ανήκει στο Ανάθημα του Δαόχου[31] ,ένα μνημείο που ανέθεσε ,σύμφωνα με την επιγραφή που το συνοδεύει ,στο ιερό ο ηγεμόνας της Θεσσαλίας Δάοχος μεταξύ 339-334 π.Χ.
Πρόκειται για παράθεση εννέα ανδριάντων του ίδιου αναθέτη και των προγόνων του .Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο ανδριάντας του Αγία,προγόνου του Δαόχου[32] που έζησε τον 5ο αιώνα π.Χ και είχε διακριθεί στο άθλημα του παγκρατίου .
Η ανεύρεση μιας βάσης χάλκινου γλυπτού στη Θεσσαλία , η οποία ανήκε σε ανδριάντα του Αγία και ανέφερε ως γλύπτη το Λύσιππο , επέτρεψε σε πολλούς μελετητές να υποθέσουν ότι το μαρμάρινο γλυπτό των Δελφών αποτελεί αντίγραφο του χαμένου χάλκινου έργου και επομένως να το συσχετίσουν με το Λύσιππο και το εργαστήριό του .
Ο «Αγίας των Δελφών » ,πράγματι αποπνέει την ίδια αίσθηση στιγμιαίας κίνησης και αστάθειας που συναντήσαμε στον «Αποξυόμενο» , με το σώμα να εξισορροπεί ανάμεσα στο στηρίζον και άνετο σκέλος και με το βάρος να πέφτει φαινομενικά στο δεύτερο . [33Δυναμισμό αποπνέει και η συστροφή του κορμού , η στροφή της κεφαλής άνω αριστερά και τα μικρά μάτια τα χωμένα βαθιά μέσα στις τριγωνικές κόγχες τους.
Αν και η τοποθέτηση των πελμάτων σταθερά στο έδαφος διαφοροποιείται από τον «Αποξυόμενο» ,οι ομοιότητες των δύο έργων έστω και με την παρεμβολή όλων των πιθανών αντιγράφων και αναπλάσεων είναι εμφανείς .
Από την τεράστια δημιουργία έργων του Λυσίππου σε Δύση και Ανατολή διασώθηκαν δυστυχώς μόνο μερικά αντίγραφα, ρωμαϊκής κυρίως εποχής και ίσως δυο ή τρία πρωτότυπα που και γι' αυτά υπάρχει από μερικούς αμφισβήτηση. Πρόκειται για τον Πυγμάχο που βρίσκεται στο Μουσείο Θερμών του Καρακάλα στη Ρώμη, για τον Αυτοστεφανούμενο Αθλητή που βρέθηκε το 1961 από Ιταλούς ψαράδες στην Αδριατική και φιλοξενείται στο μουσείο J. Paul Getty [34] στο Μαλιμπού της Καλιφόρνια και ίσως τον «έφηβο Αλέξανδρο», ένα μικρό χάλκινο άγαλμα που βρίσκεται στο μουσείο της Πάρμας.
[27] Pierre Grimal, Λεξικό της Ελληνικής και Ρωμαϊκής Μυθολογίας, University Studio Press, επιμ. Β.Άτσαλος ,Θες/νικη,1991
[28] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
[29] Pierre Grimal, Λεξικό της Ελληνικής και Ρωμαϊκής Μυθολογίας, University Studio Press, επιμ. Β.Άτσαλος ,Θες/νικη,1991
[30] Δημήτρης Πλάντζος , Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200-30 π.Χ, εκδ. Καπόν, Αθήνα ,2016(2011)
[31] Δημήτρης Πλάντζος , Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200-30 π.Χ, εκδ. Καπόν, Αθήνα ,2016(2011)
[32] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
[33] Δημήτρης Πλάντζος , Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200-30 π.Χ, εκδ. Καπόν, Αθήνα ,2016(2011)
[34] Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
Ο «Πυγμάχος των Θερμών», είναι ίσως το μόνο αυθεντικό σωζόμενο έργο του Λύσιππου σε χαλκό. Ο δημιουργός έχει διαλέξει την στιγμή, που οι δικαστές αναγγέλλουν τον νικητή. Ο πυγμάχος, που πιθανότατα είναι ανήμπορος να ακούσει πιθανόν λόγω των τραυμάτων του, κοιτάζει προς τους δικαστές και το πλήθος για να επιβεβαιώσει το αποτέλεσμα. Τα τραύματα στο πρόσωπο του έχουν επιπροστεθεί από καθαρά φύλλα χαλκού.
Ένα χάλκινο άγαλμα, γνωστό με τον τίτλο Καιρός (ή Ευκαιρία), αποδίδεται στον Λύσιππο και φιλοτεχνήθηκε για τον ίδιο, κοσμώντας την οικία του στη Σικυώνα. Έργο μοναδικής θεματικής, έχει ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως και συνήθως εκλαμβάνεται ως αλληγορία. Αναπαριστούσε έναν φτερωτό νέο άνδρα να στέκεται στις μύτες των ποδιών πάνω σε σφαίρα, κρατώντας ένα ξυράφι στο δεξί χέρι και ένα ζυγό στο αριστερό, με μακριά μαλλιά στο πλάι αλλά φαλακρό στο πίσω μέρος του κεφαλιού . Σε αυτό αναφέρεται επίγραμμα του Ποσείδιππου που μαρτυρά το διδακτικό χαρακτήρα του έργου: [35]
-Από που είναι ο δημιουργός σου;
-Από την Σικυώνα.
-Ποιο είναι το όνομα του;
-Λύσιππος.
-Ποίος είσαι εσύ;
-Είμαι ο Καιρός, που δαμάζει τα πάντα.
-Γιατί πατάς με τ’ άκρα των δακτύλων σου;
-Πάντα τρέχω.
-Γιατί έχεις φτερά στα πόδια σου;
-Σαν τον άνεμο πετάω.
-Γιατί κρατάς ξυράφι στο δεξί σου χέρι;
-Δείγμα προς τους ανθρώπους, πως είμαι πιο κοφτερός από την αιχμή του.
-Γιατί έχεις την κόμη στην όψη;
-Για να με αρπάξει εκείνος που θα με συναντήσει.
-Γιατί είσαι πίσω φαλακρός;
-Γιατί αν δεν με πιάσεις από μπρος, είναι αδύνατο να με πιάσεις από πίσω.
-Για πιο σκοπό σε έκανε ο τεχνίτης;
-Για σένα ξένε, για να μάθεις και να γίνεις σοφότερος.
Στον Όμηρο, «καιρός » ήταν το σωστό σημείο για μια θανάσιμη πληγή. Στον Ησίοδο ,είχε ήδη μια ηθική απόχρωση σε σχέση με τη Δελφική σοφία .Στον Πιττακό απέδιδαν τη ρήση «καιρόν γνώθι» ,σα συμβουλή να αναγνωρίζει κανείς την κατάλληλη στιγμή για κάθε πράγμα Για τους Πυθαγόρειους , [36] ήταν σύμβολο του αριθμού επτά και είχε ένα παρθενικό χαρακτήρα ,πράγμα που εμπεριέχει μια πρωταρχική ανθρωπομορφική προσωποποίηση του υποκειμένου ,το οποίο θα πάρει με τον Λύσιππο την όψη ενός εφήβου που εναντιώνεται στην υποταγή του από οποιονδήποτε.
Ο Λύσιππος πρέπει να φιλοτέχνησε την επιτυχημένη αλληγορία σε πολλαπλά αντίγραφα .Το πρωτότυπο πιθανότατα δημιουργήθηκε στην Πέλλα για τον βασιλιά Αλέξανδρο, ανάμεσα στο 336 και το 334 π.Χ, σύμφωνα με τις πληροφορίες που παίρνουμε από τον επιγραμματοποιό Ποσείδιππο και από τον Βυζαντινό λόγιο Τζέτζη.
Παράλληλα με την εικόνα του Λυσίππου που γινόταν συνεχώς και ευρύτερα αποδεκτή,η έννοια του καιρού αποκτά περισσότερες φιλολογικές ερμηνείες, [37] : από τη αίσθηση του μέτρου που είχε αρχικά, προστίθεται και η σημασία της σπουδαιότητας ,της δικαίωσης, της αξιολόγησης ή σε σχέση με το χρόνο ,η σημασία της αποφασιστικότητας. Τη λειτουργικότητα του ξυραφιού εξηγεί ο Φαίδρος ,ο οποίος μιλά για ένα φτερωτό δρομέα που είναι έτοιμος να ισορροπήσει πάνω σε ένα ξυράφι.
Η βαρύτητα που είχαν αυτές οι λογοτεχνικές αναφορές και περιγραφές του για την εικονογραφική παράδοση ήταν τόσο μεγάλη που ο Μoreno[38] στηρίχθηκε σ’αυτές για να φτάσει στο αρχέτυπο και να ερμηνεύσει μερικές σημαντικές διαφορές στη σειρά γνωστών απεικονίσεων ,οι οποίες διαδόθηκαν κυρίως στις διακοσμητικές τέχνες .Το γεγονός μάλιστα ότι στην ελληνιστική –ρωμαϊκή εποχή το θέμα απεικονίζεται αποκλειστικά σε ανάγλυφα και λίθους μας κάνει να υποθέσουμε ότι ενώ ήταν τεχνικά δυνατό να κατασκευαστεί μόνο σε χαλκό ,κυκλοφορούσε και σε πίνακες .
[35] Περί Τέχνης ο Λόγος , «Λύσιππος : Ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου 390-330 π.Χ »,09.09.2014
[36] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
[37] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
[38] Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού),ο.π, , Οκτ.-Δεκ. 1997
Αναμφίβολα , κανένα από τα έργα του Λυσίππου δεν έχει διασωθεί, παρά μόνον ορισμένα αντίγραφα. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι τα γλυπτά του, που ήταν φιλοτεχνημένα κυρίως από χαλκό, χάθηκαν σε εποχές πολέμων και λεηλασιών και πολλά μεταφέρθηκαν από Ρωμαίους στη Ρώμη. Διασώθηκαν μόνο μερικά αντίγραφα, κυρίως ρωμαϊκής εποχής. υλικό πολύτιμο για τους ανθρώπους σε δεύτερη χρήση. [39]
Πιο συγκεκριμένα ,οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα έργα του χάθηκαν, επειδή ήταν χάλκινα και το πολύτιμο μέταλλό τους στους χρόνους των πολέμων, των επιδρομών και των λεηλασιών μεταλλάχθηκε σε όπλα, νομίσματα, σκεύη και διάφορα άλλα χρηστικά αντικείμενα.
Ο Γάλλος στοχαστής, ιστορικός και κριτικός της Τέχνης Ιππόλυτος Ταίν στο έργο του "Φιλοσοφία της Τέχνης" (Μετάφρ. Αιμ. Χουρμούζιος. Εκδ. Γκοβόστη, σελ. 64) αναφέρει επί λέξει: [40] «Όταν η Ρώμη σύλησε τον ελληνικό κόσμο, η τεράστια πόλη είχε ολόκληρο λαό αγαλμάτων, σχεδόν ισάριθμο με τον ζώντα πληθυσμό της. Σήμερα, ύστερα από τόσες καταστροφές και τόσους αιώνες, υπολογίζουν ότι ξέθαψαν από τη Ρώμη και τα περίχωρά της πάνω από εξήντα χιλιάδες αγάλματα». Η πληροφορία αυτή, όσο κι αν εμπεριέχει το στοιχείο της υπερβολής, φανερώνει την τραγική αλήθεια.
Ωστόσο , είναι γνωστό ότι πολλά από τα έργα τέχνης που γλίτωσαν από τους Ρωμαίους αρπάχτηκαν πολύ αργότερα από τους Σταυροφόρους. Όπως εκείνα τα περίφημα τέσσερα άλογα του Ιππόδρομου της Κωνσταντινούπολης που μεταφέρθηκαν στη Βενετία για να στολίζουν επί αιώνες την πρόσοψη του ναού του Αγίου Μάρκου και που η ιταλική παράδοση τα θέλει και αυτά ως έργα του Λυσίππου και τα αναφέρει ακόμη και σήμερα ως "I quattro cavalli di Lysippo" [41] (τα τέσσερα άλογα του Λυσίππου).
Σήμερα, αρκετά ρωμαϊκά γλυπτά αναγνωρίζονται ως αντίγραφα έργων του, αν και λίγα από αυτά με βεβαιότητα και κυρίως με βάση αρχαίες περιγραφές γλυπτών του. Παρόλο που υπάρχει πληθώρα ελληνικών και ρωμαϊκών πηγών με αναφορές στον Λύσιππο, στην πλειοψηφία τους δεν είναι αρκετά συγκεκριμένες προκειμένου να αναγνωριστούν τα στοιχεία της τεχνοτροπίας του. [42]
Ο Λύσιππος στη σύγχρονη εποχή
Σε ό,τι ιδιαιτέρως μας αφορά ως Κορίνθιους και ως Έλληνες ,οΛύσιππος έχει αγνοηθεί και από την τοπική μας ιστορία. Και τούτο γιατί η τοπική ιστορία της κάθε περιοχής σπάνια δυστυχώς βρίσκει θέση στα σχολικά προγράμματα. Έτσι κάποιοι περιώνυμοι, όπως στην προκειμένη περίπτωση ο Λύσιππος της Σικυώνας, παραμένουν σχεδόν άγνωστοι ακόμα και στη γενέτειρά τους. Γι' αυτό, πέρα από τα λήμματα των εγκυκλοπαιδικών λεξικών και κάποια άρθρα σε αρχαιολογικά περιοδικά, δεν υπάρχει στα ελληνικά ούτε ένα βιβλίο για το Λύσιππο.
Αντίθετα, από ξένους μελετητές έχουν γραφεί μέχρι τώρα πέντε τουλάχιστον μονογραφίες και πρόσφατα ο κατάλογος με τον τίτλο «LISIPPO, L' ARTE Ε LA FORTUNA» (Λύσιππος, Τέχνη και Τύχη) [43 ] που εκδόθηκε στη Ρώμη με επιμέλεια και φροντίδα του διάσημου Ιταλού αρχαιολόγου καθηγητή Paolo Moreno, ειδικά για την έκθεση έργων του Λυσίππου που έγινε το καλοκαίρι του 1995.
Συνακόλουθα ,αξίζει να αναφερθεί ότι και από τους συγχρόνους δεν έχει ιδιαίτερα μελετηθεί, γιατί κατά τη γνώμη των ειδικών στην ελληνιστική γλυπτική, της οποίας θεωρείται ο πατέρας, πέφτει ακόμη καταλυτική η λάμψη της τέχνης του χρυσού αιώνα[44 ] και βαριά η σκιά των δημιουργών της .Κατά συνέπεια , η σημερινή ελληνική μέση καλλιτεχνική αντίληψη εξακολουθεί να επηρεάζεται από τα πρωτότυπα μαρμάρινα και βεβαίως επώνυμα έργα του Φειδία και των άλλων μεγάλων που προβάλλονται στα μουσεία. Αυτός είναι και ο λόγος που η ελληνιστική γλυπτική άρχισε να μελετάται συστηματικά μόλις πριν από μερικές δεκαετίες.
[39] Περί Τέχνης ο Λόγος , «Λύσιππος : Ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου 390-330 π.Χ», 09.09.2014
[40] Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
[41] ] Αρχαιογνώμων ,ο.π., 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
[42] Αρχαιογνώμων ,ο.π., 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
[43 ] Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
[44 ] Αρχαιογνώμων ,ο.π., 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Aίπυτος (το περιοδικό της Στυμφαλίας και του Φενεού), Ειδικό Αφιέρωμα στο Σικυώνιο Γλύπτη Λύσιππο ,τευχ.15 ,εκδ. Σπ.Μιχόπουλος, Οκτ.-Δεκ. 1997
Αρχαιογνώμων , «Λύσιππος, ο περιώνυμος άγνωστος », 14.03.2011, https://ellinondiktyo.blogspot.com/2011/03/blog-post_3804.html
Βικιπαίδεια, «Λύσιππος»,διαθέσιμο από: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CF%8D%CF%83%CE%B9%CF%80%CF%80%CE%BF%CF%82
Aλέξης Ηλιάδης , « οΛύσιππος και το ελληνιστικό μπαρόκ» ,Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων,19.11.2018 https://www.amna.gr/freepress/article/311298/O-Lusippos-kai-to-ellinistiko-mparok
Αιμ.Κορωναίος Καθ. Ε.Μ.Π-Γ.Φ.Σαργέντης ΥΠ.ΔΡ.Ε.Μ.Π.,Ηρακλής του FARNESE,επιμ. Γ.Φ.Σαργέντης ΥΠ.ΔΡ., εκδ.Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Αθήνα, Ιούνιος 2005
Δημήτρης Πλάντζος , Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200-30 π.Χ, εκδ. Καπόν, Αθήνα ,2016(2011)
Μιχ.Α.Τιβέριος καθ.Κλασ.Αρχ.Α.Π.Θ, «Τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του Αλεξάνδρου»,εκδ.Το βήμα ,Αθήνα ,24-11-2008
Η Μηχανή του Χρόνου ,« Ο Ηρακλής του Φαρνέζε», https://www.mixanitouxronou.gr/o-koyrasmenos-iraklis-poy-krata-me-to-dexi-cheri-ta-chrysa-mila-ton-esperidon-to-spoydaio-ergo-toy-glypti-toy-megaloy-alexandroy-ti-leei-o-mythos/
Η Μηχανή του Χρόνου, «Ο Μέγας Αλέξανδρος της Ακρόπολης. Ένα από τα ωραιότερα σωζόμενα γλυπτά του στρατηλάτη μετά την επίσκεψή του στην Αθήνα. Οι άλλοι Αλέξανδροι στα μουσεία όλου του κόσμου που διεκδικούν τα πρωτεία» ,http://www.mixanitouxronou.gr/o-megas-alexandros-tis-akropolis-ena-apo-ta-oreotera-sozomena-glipta-tou-stratilati-meta-tin-episkepsi-tou-stin-athina-pia-ine-ta-ipolipa-glipta-apo-ta-mousia-olou-tou-kosmou-pou-diekdikoun-ta-proti/
Περί Τέχνης ο Λόγος , «Λύσιππος : Ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου 390-330 π.Χ »,09.09.2014
Περί γραφής ,«Γλυπτική-Λύσιππος »,διαθέσιμο από: http://www.peri-grafis.net/ergo.php?id=1031
John Boardman, Η Αρχαιολογία της Νοσταλγίας , μτφρ.Β.Δημητρίου, εκδ. Πατάκη ,Αθήνα 2007 (2004)
Dictionary of Greek, “Λύσιππος”,2013,https://greek_greek.en-academic.com/224194/%CE%9B%CF%8D%CF%httb83%CE%B9%CF%80%CF%80%CE%BF%CF%82
Pierre Grimal, Λεξικό της Ελληνικής και Ρωμαϊκής Μυθολογίας, University Studio Press, επιμ. Β.Άτσαλος ,Θες/νικη,1991
H.W.Janson A.Janson, Ιστορία της Τέχνης ,Η δυτική παράδοση, μτφρ. Μ.Αντωνοπούλου Ν. Κουβαράκου, εκδ.Έλλην , Αθήνα , 2011 (2004)